Αθλητικός Επιστήμονας, Γυμναστής
Επαγγελματική εμπειρία
- Ιούλιος 2018 – Σήμερα: ΟΜΟΝΟΙΑ FC (Αναλυτής απόδοσης / βοηθός γυμναστής)
- 2016 – Σήμερα: Μεταβατική Περίοδος – Προσωπική εκγύμναση σε νεαρούς αθλητές (Fitness & Football Coach)
- 2016 – Σήμερα: Προσωπικά μαθήματα ποδοσφαίρου σε μικρά παιδιά και παιδιά με μαθησιακές δυσκολίες
- Σεπτέμβριος 2014 – Ιούνιος 2018 : Little Kickers Cyprus (Lead Coach)
Εκπαίδευση
- 2018: Barca Universitas (Workload and Injury in Team Sports) – 4 μήνες διαδικτυακή εκπαίδευση
- 2014 – 2018: Ευρωπαϊκό Πανεπιστήμιο Κύπρου (Πτυχίο Αθλητικής Επιστήμης και Φυσικής Αγωγής)
Δεξιότητες
- Μητρική Γλώσσα: Ελληνική
- Ξένη Γλώσσα: Αγγλική (Πολύ καλή γνώση, γραπτή και προφορική)
- Συστήματα καταγραφής και παρακολούθησης αθλητικής απόδοσης: (Χειριστής – Αναλυτής)
Προπονήσεις - Αθανάσιος Αγγελής
Είναι ευρέως γνωστή η σημαντικότητα της καταγραφής της αθλητικής απόδοσης στο σύγχρονο ποδόσφαιρό.
Σύμφωνα με τους (Black και συν., 2016) η ικανότητα παρακολούθησης με ακρίβεια των προπονητικών φορτίων στον επαγγελματικό αθλητισμό αποδεικνύεται ζωτικής σημασίας για την ετοιμότητα του αθλητή και την πρόληψη των τραυματισμών.
Υπάρχουν δύο κύριοι λόγοι για τους οποίους είναι απαραίτητη η καταγραφή της απόδοσης:
Πρώτο, για να βεβαιωθούμε ότι οι ποδοσφαιριστές αποδίδουν στο μέγιστο δυνατό επίπεδο και δεύτερο, για να ελαχιστοποιήσουμε τις αρνητικές επιδράσεις που μπορεί να επέλθουν από την προπόνηση όπως η υπερβολική κόπωση, η υπερπροπόνηση (overtraining) ή η υποπροπόνηση (detraining). Επιπλέον, η σωστή χρήση των συστημάτων παρακολούθησης και καταγραφής της απόδοσης μπορεί να συνεισφέρει σημαντικά στην πρόληψη τραυματισμών.
Επιπλέον, μέσα από την πολύχρονη και συνεχή καταγραφή της απόδοσης, είμαστε σε θέση να γνωρίζουμε της ανάγκες του αθλήματος και πιο συγκεκριμένα τις ανάγκες της κάθε θέσης. Έτσι μπορούμε να μεγιστοποιήσουμε την απόδοση των ποδοσφαιριστών μας μέσα από εξατομικευμένες προπονήσεις.
Ποια όμως η διαφορά της ανάλυσης της απόδοσης μετά την προπόνηση, με την ζωντανή της παρακολούθηση της κατά της διάρκεια της προπόνησης;
Η δυνατότητα που προσφέρουν τα σύγχρονα συστήματα για ζωντανή παρακολούθηση (live monitoring) των παραμέτρων της απόδοσης, δίνουν το πλεονέκτημα στους γυμναστές – προπονητές να ελέγχουν με ακρίβεια τα φορτία προπόνησης.
Πολλοί έμπειροι γυμναστές – προπονητές θεωρούν ότι μέσα από τα χρόνια τριβής τους με το άθλημα, μπορούν πλέον να υπολογίζουν τα φορτία που δέχονται η ποδοσφαιριστές. Η ανθρώπινη μνήμη είναι περιορισμένη και έτσι είναι σχεδόν αδύνατο να θυμόμαστε όλα τα γεγονότα που έγιναν κατά τη διάρκεια ενός αγώνα, πόσο μάλλον τις παραμέτρους απόδοσης. Οι έρευνα των Franks και Miller (1986) έδειξε ότι λιγότεροι από 45% των προπονητών ποδοσφαίρου που έλαβαν μέρος ήταν σωστοί στην αξιολόγησή τους μετά των αγώνα, για τα γεγονότα που συνέβησαν.
Ακόμα κι αν όντως ορισμένοι μέσα από την εμπειρία τους μπορούν να υπολογίσουν τα εξωτερικά φορτία, δεν μπορούν σε καμία περίπτωση να ελέγξουν τα εσωτερικά φορτία - καρδιακή συχνότητα (ΚΣ). Η ΚΣ των ποδοσφαιριστών μας δείχνει πως αυτοί ανταποκρίνονται στα εξωτερικά φορτία και μπορεί να διαφέρει κατά πολύ από αθλητή σε αθλητή. Με οδηγό αυτό είμαστε σε θέση να γνωρίζουμε πότε ένας ποδοσφαιριστής χρειάζεται λιγότερη ή περισσότερη ένταση στην προπόνησή του από την υπόλοιπη ομάδα.
Π.χ.
Δύο ποδοσφαιριστές τρέχουν από περιοχή σε περιοχή με ταχύτητα 15km/h. Ο (Α) δουλεύει στο 90% της μέγιστης καρδιακής συχνότητας (ΜΚΣ), ενώ ο (Β) στο 80% της ΜΚΣ. Αυτό μας δείχνει ότι για τον σκοπό της άσκησης, η ταχύτητα με την οποία τρέχει ο (Α) είναι ιδανική για την βελτίωσή του, ενώ ο (Β) χρειάζεται να τρέξει με μεγαλύτερη ταχύτητα για να λάβει τις προσαρμογές που αποσκοπούμε από την άσκηση
Παρακολουθώντας τα εξωτερικά φορτία που δέχονται οι ποδοσφαιριστές κατά την διάρκεια της προπόνησης, μπορούμε επίσης να ελέγξουμε πότε ένας ποδοσφαιριστής υπολειτουργεί στην προπόνηση και να παρέμβουμε εκεί και όπου χρειάζεται. Επιπλέον, γνωρίζοντας τις απαιτήσεις του αγώνα για την κάθε θέση μπορούμε να συμπληρώσουμε εξατομικευμένη προπόνηση όταν χρειάζεται.
Π.χ.
Εντοπίζουμε ότι κατά την διάρκεια μιας προπονητικής μονάδας στα μέσα της εβδομάδας, στην οποία επιδιώκουμε την φόρτιση των ποδοσφαιριστών, οι ακραίοι αμυντικοί μας (όπως φαίνεται και στα πιο κάτω γραφήματα) δεν έχουν εκτεθεί σε τρεξίματα υψηλών ταχυτήτων (high intensity runs). Εφόσον οι ανάγκες του αγώνα για την συγκεκριμένη θέση απαιτούν τρεξίματα σε υψηλές ταχύτητες, αποφασίζουμε όπως παραμείνουν οι συγκεκριμένοι ποδοσφαιριστές μετά το πέρας της προπονητικής μονάδας για συμπληρωματική, εξατομικευμένη προπόνηση.
Καταγραφή της απόδοσης σε αγωνιστικά παιχνίδια 4 Vs 4 + 2 τερματοφύλακες
Σχεδιάζοντας αγωνιστικά παιχνίδια σε μικρούς χώρους στο ποδόσφαιρο, θα πρέπει να γνωρίζουμε τις απαιτήσεις αλλά και τα ερεθίσματα τα οποία θα λαμβάνουν οι ποδοσφαιριστές με την πραγματοποίησή τους. Μικραίνοντας τους χώρους ελαχιστοποιούμε και τις πιθανότητες οι ποδοσφαιριστές μας να καλύψουν αποστάσεις σε μεγάλες ταχύτητες. Παράλληλα, αυξάνονται οι απαιτήσεις ως προς τον αριθμό των επιταχύνσεων (accelerations), των επιβραδύνσεων (decelerations) και των αλλαγών κατεύθυνσης (CoD). Αυτό συμβαίνει γιατί οι ποδοσφαιριστές αναγκάζονται να αλλάζουν θέση συνεχώς ούτως ώστε να βρεθούν σε κενό χώρο για να λάβουν την μπάλα. Επίσης, οι εναλλαγές στην κατοχή της μπάλας είναι πολύ πιο συχνές κάτι που αναγκάζει τους ποδοσφαιριστές να αλλάζουν την ταχύτητά τους πολύ πιο γρήγορα.
Έχουμε συλλέξει δεδομένα από αγωνιστικά παιχνίδια 4 Vs 4 με δύο τερματοφύλακες, τα οποία πραγματοποιήθηκαν σε γήπεδο διαστάσεων 20μ Χ 40μ (800 τ.μ. / 100 τ.μ. ανά ποδοσφαιριστή), με ένταση της άσκησης που κυμαίνεται στο 85-95% της Μέγιστης Καρδιακής Συχνότητας. Η συλλογή των δεδομένων έγινε με την χρήση συστήματος καταγραφής απόδοσης (Catapult).
Στον πιο κάτω πίνακα παρουσιάζονται οι μέσοι όροι των δεδομένων ανά λεπτό:
Κατά την παρακολούθηση των προπονητικών φορτίων, λαμβάνονται περισσότερο υπόψη οι πιο καματογόνες για τον οργανισμό επιταχύνσεις, επιβραδύνσεις και αλλαγές κατεύθυνσης, με μέτρια και υψηλή ένταση. Ο λόγος είναι γιατί χαμηλής έντασης επιταχύνσεις, επιβραδύνσεις και αλλαγές κατεύθυνσης δεν συνδέονται ιδιαίτερα με δείκτες απόδοσης και μπορούν να πραγματοποιηθούν εκατοντάδες, ακόμη και σε χαμηλής ή μέτριας έντασης προπόνηση.
Εάν χρησιμοποιήσετε τα αγωνιστικά παιχνίδια 4 ν 4 με 2 τερματοφύλακες για παράδειγμα 3 λεπτά ανά σετ, τότε απλά πολλαπλασιάστε τους αριθμούς του πίνακα με τον χρόνο εφαρμογής του αγωνιστικού σας παιχνιδιού ( x 3) για να δείτε σε μέσους όρους το εξωτερικό φορτίο που αναμένεται να δεχτούν οι παίκτες σας.
Mε βάση την δική μας ανάλυση, περισσότερη από το 85% της συνολικής απόστασης που καλύφθηκε, έγινε σε χαμηλές ταχύτητες. Σύμφωνα με αποτελέσματα άλλων ερευνητών, όταν συγκρίνουμε αγωνιστικά παιχνίδια μεγάλων χώρων (Large Sided Games) ή πραγματικούς αγώνες με αγωνιστικά παιχνίδια μικρών χώρων (Small Sided Games), δεν προσομοιάζουν τις απαιτήσεις σε υψηλές ταχύτητες και επαναλαμβανόμενα σπριντ με αυτές ενός κανονικού αγώνα (Casamichana, Castellano, & Castagna, 2012).
Εν κατακλείδι, μέσα από τα αγωνιστικά παιχνίδια παράγονται περισσότερα τεχνικά στοιχεία, όπως (πάσες, σουτ, τάκλιν, κ.τ.λ.), από τα οποία επωφελούνται οι ποδοσφαιριστές με μεγαλύτερη συχνότητα, συγκριτικά με αγωνιστικά παιχνίδια μέτριων ή μεγάλων χώρων (Hodgson και συν.,2014; Kelly και Drust, 2009). Παράλληλα, το εσωτερικό φορτίο (Kαρδιακή Συχνότητα.) προσομοιάζει ή και υπερβαίνει τις ανάγκες του αγώνα, ενώ όσον αφορά τα εξωτερικά φορτία αναμένουμε τιμές που κυμαίνονται κοντά σε αυτές του πίνακα που σας παραθέτουμε.
Οι απόψεις διίστανται σχετικά με τις επιβαρύνσεις που δέχονται οι ποδοσφαιριστές κατά την διάρκεια παιχνιδιών ποδο-τένις. Αρκετοί είναι αυτοί που θεωρούν την πραγματοποίησή τους ιδανική σε προπονήσεις που στοχεύουν στην αποφόρτιση των ποδοσφαιριστών. Υπάρχει φυσικά και η αντίθετη άποψη, από αυτούς που πιστεύουν ότι μπορεί να φαίνεται μεν «αθώο» λόγω του ότι οι ποδοσφαιριστές διασκεδάζουν παίζοντάς το, όμως ενδεχομένως τα φορτία που δέχονται να μην είναι τόσο μικρά.
Στην προσπάθειά μας να διαλευκάνουμε το συγκεκριμένο θέμα, έχουμε συλλέξει δεδομένα από παιχνίδι ποδο-βόλεϊ 3 Vs 3 που πραγματοποιήθηκε σε γηπεδάκι διαστάσεων 10μ Χ 5μ (δύο τετράγωνα 5μ Χ 5μ). Κατά την ανάλυση των δεδομένων παρατηρήσαμε πως ο ποδοσφαιριστής της κάθε ομάδας που στεκόταν πιο πίσω (αυτός που αναλάμβανε κυρίως τις πρώτες μπάλες), δέχθηκε μεγαλύτερα φορτία από τους άλλους δύο. Συγκεκριμένα, κατά μέσο όρο κάλυψε 47.5μ ανά λεπτό ενώ οι ποδοσφαιριστές που στέκονταν πιο μπροστά, κοντά στο δίκτυ, κάλυψαν 29.3μ ανά λεπτό. Επιπλέον, είχαν 1.75 αλλαγές κατεύθυνσης ανά λεπτό έναντι 0.9 αντίστοιχα. Όσον αφορά τον αριθμό των επιταχύνσεων μέτριας και υψηλής έντασης, ο αριθμός ήταν μηδαμινός για τους μπροστά ποδοσφαιριστές ενώ οι πίσω πραγματοποίησαν 0.9 ανά λεπτό.
Παράλληλα εξετάσαμε μια παράμετρο σχετικά άγνωστη στους περισσότερους, που μπορεί να καταγραφεί μόνο με εξοπλισμό τελευταίας τεχνολογίας. Ονομάζεται ΙΜΑ (Inertial Movement Analysis) και αφορά ένα σύνολο μετρήσεων που αναλύει τις κινήσεις και στους τρεις άξονες, οι οποίες πραγματοποιούνται σε χρονική διάρκεια μικρότερη από 0.3 δέκατα του δευτερολέπτου. Αυτό που παρατηρήσαμε όσον αφορά τις ΙΜΑ επιταχύνσεις και επιβραδύνσεις μέτριας και υψηλής έντασης, ήταν ότι οι πίσω ποδοσφαιριστές πραγματοποιούσαν 0.8 και 0.6 ανά λεπτό αντίστοιχα, ενώ οι μπροστά 0.5 και 0.4.
Τέλος, παρακολουθήσαμε την διακύμανση της καρδιακής συχνότητας και προσέξαμε ότι οι ποδοσφαιριστές που στέκονταν πιο μπροστά δούλευαν συνεχώς κάτω από το 75% της ΜΚΣ, ενώ αυτοί που κυνηγούσαν τις πρώτες μπάλες ανέβαζαν κατά τακτά χρονικά διαστήματα στην ζώνη μεταξύ 75-85%.
Πριν οργανώσουμε τέτοιου είδους παιχνίδια σε προπονητικές μονάδες που στοχεύουν στην αποφόρτιση θα πρέπει να γνωρίζουμε ότι τα φορτία που προαναφέραμε θα αυξηθούν σε περίπτωση που αυξηθούν τα τετραγωνικά μέτρα που αντιστοιχούν στον κάθε ποδοσφαιριστή. Αυτό μπορεί να συμβεί με δύο τρόπους. Μεγαλώνοντας τις διαστάσεις του γηπέδου ή μειώνοντας τον αριθμό τον ποδοσφαιριστών.
Αυτό που συνιστούμε, είναι πραγματοποιώντας τα συγκεκριμένα παιχνίδια θα πρέπει να βεβαιωθούμε ότι διατηρείται μια ισορροπία όσον αφορά τα φορτία που δέχονται οι ποδοσφαιριστές μας, και για να το πετύχουμε αυτό θα πρέπει να τους αλλάζουμε συχνά θέσεις.
Η κατανομή της συνολικής καλυφθείσας απόστασης των ποδοσφαιριστών σε ζώνες ταχύτητας, αποτελεί απαραίτητο εργαλείο για τους αθλητικούς επιστήμονες και προπονητές φυσικής κατάστασης στο σύγχρονο ποδόσφαιρο. Συμβάλλει αποτελεσματικά στην κατανόηση των απαιτήσεων του αθλήματος, και πιο συγκεκριμένα της κάθε θέσης, παρέχοντας μας το πλεονέκτημα να σχεδιάσουμε προπονήσεις που να απευθύνονται στοχευμένα στις ανάγκες του κάθε ποδοσφαιριστή. Παράλληλα, μας δίνει ξεκάθαρη εικόνα για τις φυσικές ικανότητες του κάθε ποδοσφαιριστή, ενώ η μακροχρόνια καταγραφή και σύγκριση της απόδοσης του κάθε ποδοσφαιριστή σε μια σειρά αγώνων μπορεί να μας οδηγήσει σε πολύ χρήσιμα συμπεράσματα.
Οι ζώνες ταχύτητας στις οποίες κατανέμεται η καλυφθείσα απόσταση με βάση την βιβλιογραφία είναι:
0-0.6 km/h (Standing – Ορθοστασία)
0.7-7.1 km/h (Walking – Περπάτημα)
7.2-14.3 km/h (Jogging – Αργό Τρέξιμο)
14.4-19.7 km/h (Running – Γρήγορο Τρέξιμο)
19.8-25.1 km/h (High-speed Run – Πολύ Γρήγορο Τρέξιμο)
>25.1 km/h (Sprinting – Σπριντ)
Βασιζόμενοι σε μακροχρόνιες καταγραφές άλλων επιστημόνων σε ποδοσφαιρικούς αγώνες, όσον αφορά τις απαιτήσεις της κάθε θέσης, στις πιο πάνω ζώνες ταχύτητας, σας παραθέτουμε τις πιο κάτω ενδιαφέρουσες τιμές σε πίνακα:
*Στις πιο πάνω τιμές δεν συμπεριλαμβάνονται μετρήσεις σε τερματοφύλακες.
Όπως μπορείτε να δείτε στον πιο πάνω πίνακα, ανεξάρτητα με την θέση, το μεγαλύτερο ποσοστό της συνολικής απόστασης σε ποδοσφαιρικό αγώνα, θα καλυφθεί σε αργό τρέξιμο, ενώ μεγάλο ποσοστό θα καλυφθεί σε περπάτημα. Όσο παράλογο κι αν ακούγεται, αυτό λένε οι αριθμοί. Ο λόγος που πολλοί θα αναρωτηθείτε αν αυτό είναι αλήθεια ή όχι είναι πολύ απλός. Παρακολουθώντας ένα ποδοσφαιρικό αγώνα, η προσοχή όλων μας είναι τις πλείστες φορές στραμμένη στην μερίδα ποδοσφαιριστών που εμπλέκονται στην φάση, ή σε αυτούς που είναι κοντά στην μπάλα. Αυτό που δεν αντιλαμβανόμαστε είναι ότι στον αγωνιστικό χώρο υπάρχουν κι άλλοι ποδοσφαιριστές, οι οποίοι εκείνη την στιγμή πιθανότατα να κινούνται σε πολύ αργές ταχύτητες. Φυσικά αυτό δεν αναιρεί το ότι οι ποδοσφαιριστές πρέπει να είναι πολύ καλά γυμνασμένοι και προετοιμασμένοι στο να εκτελέσουν τις πιο καματογόνες για τον οργανισμό ενέργειες υψηλών εντάσεων, καθώς αυτές είναι που τις περισσότερες φορές θα κάνουν την διαφορά σε ένα αγώνα.
Η ζώνη ταχύτητας 14.4-19.7 km/h (Γρήγορο Tρέξιμο), είναι σε μεγάλο βαθμό συσχετισμένη με τις μετατοπίσεις των ποδοσφαιριστών. Βλέποντας τον πίνακα, μπορείτε να παρατηρήσετε ότι οι ποδοσφαιριστές που αγωνίζονται στα άκρα τις επίθεσης έχουν το υψηλότερο ποσοστό σε αυτή την ζώνη, ενώ ακολουθούν αυτοί που αγωνίζονται στο κέντρο. Οι συγκεκριμένοι ποδοσφαιριστές είναι αυτοί που θα «δουλέψουν» περισσότερο στην άμυνα, ιδιαίτερα στην αλλαγή παιχνιδιού, καθώς θα αναγκαστούν να καλύψουν μεγάλες αποστάσεις σε μικρό χρονικό διάστημα.
Αναφορικά με τις ζώνες ταχύτητας >19.8 km/h (Πολύ Γρήγορο Τρέξιμο και Σπριντ), όπως μπορείτε να δείτε, οι ακραίοι επιθετικοί έχουν το μεγαλύτερο ποσοστό, ενώ ακολουθούν οι επιθετικοί. Σε ποδοσφαιρικούς όρους αυτό μπορεί να δικαιολογηθεί από τις συχνές μεταβάσεις, κυρίως από άμυνα σε επίθεση. Σε περιπτώσεις τις οποίες οι ακραίοι αμυντικοί αγωνίζονται σε συστήματα με τριάδα στην άμυνα και έχουν στη ζώνη ευθύνης τους ολόκληρη την γραμμή, τότε σαφέστατα και το ποσοστό στις συγκεκριμένες ζώνες αυξάνεται. Όσον αφορά τους κεντρικούς αμυντικούς, η απόδοσή τους στις δύο αυτές ζώνες εξαρτάται σε πολύ μεγάλο βαθμό από τις ενέργειες των αντιπάλων τους, καθώς τις περισσότερες φορές τρέχουν σε μεγάλες ταχύτητες προς τα πίσω για να τους αναχαιτίσουν.
Διαβάζοντας τα πιο πάνω στοιχεία και πριν καταλήξουμε σε οποιοδήποτε συμπέρασμα, θα πρέπει να λάβουμε υπόψη ότι ανάλογα με το επίπεδο του πρωταθλήματος, τα ποσοστά είναι πιθανό να διαφοροποιηθούν. Επιπλέον, παράγοντες που είναι δυνατό να επηρεάσουν τα πιο πάνω ποσοστά είναι τόσο ο σχηματισμός με τον οποίο θα παραταχθούν οι δύο ομάδες στον αγωνιστικό χώρο, όσο και οι συγκεκριμένες οδηγίες του εκάστοτε προπονητή.
Τέλος, οι πιο πάνω πληροφορίες μπορούν να χρησιμοποιηθούν ως βασική γνώση κατανόησης των απαιτήσεων της κάθε θέσης σε ποδοσφαιρικό αγώνα. Αυτό που εμείς προτείνουμε, εφόσον υπάρχει η δυνατότητα, είναι όπως οι απαιτήσεις του αγώνα για τον κάθε ποδοσφαιριστή να καταγράφονται και να αξιοποιούνται σε ατομικό επίπεδο.